myflex.gr

Γιατί πρέπει να αποφεύγουμε τα αναψυκτικά;

Τα αναψυκτικά και εν γένει τα ροφήματα και ποτά που περιέχουν ζάχαρη έχουν τρυπώσει για τα καλά στη διατροφή μας. Όχι μόνο στη δική μας. Πολλοί πληθυσμοί παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα κατανάλωσης. Ακόμα και τα άτομα που ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος πίνουν ολοένα και περισσότερα αναψυκτικά, και η αιτία γι’ αυτήν την αύξηση αποδίδεται στην αστικοποίηση και την οικονομική ανάπτυξη. Και δυστυχώς, η κατανάλωση σε παγκόσμια κλίμακα ξεπερνά τις συστάσεις των ειδικών.

Η έρευνα έχει δείξει ότι η κατανάλωσή τους αποτελεί αιτία  αύξησης του σωματικού βάρους, μέσω πολλαπλών μηχανισμών.

Ο παγκόσμιος επιπολασμός του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας έχει σχεδόν τριπλασιαστεί τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Εκτιμήσεις από πληθυσμιακές μελέτες από όλο τον κόσμο δείχνουν ότι αυξήθηκε μεταξύ 1975 και 2016, από <1% σε 6-8% στα παιδιά, από 3% σε περισσότερο από 11% στους άνδρες και από 6% σε 15% στις γυναίκες. Πάνω από 2,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι, ή σχεδόν το 30% του παγκόσμιου πληθυσμού, είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, προκαλώντας σημαντικό υγειονομικό, κοινωνικό και οικονομικό κόστος.

Άμεση συνέπεια αυτού είναι η αύξηση του ποσοστού των ανθρώπων που κινδυνεύει να εμφανίσει σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακά νοσήματα και ορισμένες μορφές καρκίνου, περισσότερο από τα άτομα που πίνουν αναψυκτικά και ποτά με προσθήκη ζάχαρης σπανίως.

Σακχαρώδης διαβήτης

Μεγάλος αριθμός μελετών έχει καταδείξει ότι η πρόσληψη αναψυκτικών και ποτών που περιέχουν ζάχαρη συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, τόσο μέσω της αύξησης του σωματικού βάρους όσο και μέσω άλλων μεταβολικών οδών. Πολλές εξ αυτών δείχνουν ότι υπάρχει σχέση δόσης-απόκρισης, δηλαδή όσο περισσότερα αναψυκτικά καταναλώνονται ημερησίως τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες εμφάνισης της νόσου.

Μια μετα-ανάλυση 17 μελετών διαπίστωσε ότι η αύξηση της πρόσληψης αναψυκτικών κατά 1 μόλις μερίδα ημερησίως σχετίζεται με 18% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη. Όταν οι ερευνητές συμπεριέλαβαν εκτιμήσεις για τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) των συμμετεχόντων, η συσχέτιση μετριάστηκε στο 13%, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο ΔΜΣ αποτελεί σημαντικό ρυθμιστικό παράγοντα. Το ίδιο παρατηρήθηκε και από την πρόσληψη χυμών φρούτων και ποτών με τεχνητά γλυκαντικά, αν και οι συσχετίσεις δεν ήταν τόσο ισχυρές όσο εκείνες που παρατηρήθηκαν για τα ζαχαρούχα ποτά και αναψυκτικά.

Καρδιαγγειακά νοσήματα

Τα στοιχεία έχουν επίσης συνδέσει την πρόσληψη των εν λόγω ποτών με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Για παράδειγμα, μια μετα-ανάλυση 7  μελετών διαπίστωσε ότι όσοι τα εντάσσουν στη διατροφή τους αντιμετωπίζουν 9% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου [όταν συγκρίνονται ακραίες κατηγορίες πρόσληψης, δηλαδή κανένα ή λιγότερο από ένα ποτό ανά μήνα έναντι ενός ή περισσότερων ανά ημέρα]. Μάλιστα, η κάθε αύξηση 1 μερίδας ανά ημέρα σχετίστηκε με 8% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Κάποιες αναλύσεις υποομάδων συνέδεσαν την πρόσληψη αναψυκτικών και γενικά ποτών με ζάχαρη με τον κίνδυνο των γυναικών να υποστούν ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο, αλλά όχι των ανδρών.

Όσοι καταναλώνουν αυτά τα ποτά διατρέχουν επίσης κίνδυνο εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου, το οποίο θεωρείται ως “προάγγελος” των καρδιοαγγειακών νοσημάτων. Αυτό επιβεβαίωσε και μια ανασκόπηση μελετών που διενεργήθηκε σε παιδιά, η οποία συγκεκριμένα διαπίστωσε ότι ο καρδιομεταβολικός κίνδυνος αυξάνεται όσο αυξάνεται η προσλαμβανόμενη ποσότητα αναψυκτικών, δεδομένης της αυξημένης πιθανότητας εμφάνισης λιπώδους νόσου και δυσλιπιδαιμίας.

Μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος

 Επιβλαβής είναι η κατανάλωσή τους και για το ήπαρ, αφού η πρόσληψή τους έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος. Μετα-αναλύσεις μελετών υποστηρίζουν ότι επηρεάζονται τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά. Κάθε αύξηση της πρόσληψης κατά 1 μερίδα την ημέρα σχετίζεται με 39% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης αυτής της νόσου.

Ουρικό οξύ και ουρική αρθρίτιδα

Η τακτική κατανάλωση των εν λόγω ποτών και ιδίως εκείνων που περιέχουν φρουκτόζη, έχει επίσης συσχετιστεί με υπερουριχαιμία και ουρική αρθρίτιδα. Μεταξύ των πολλών μελετών που έχουν πραγματοποιηθεί για το θέμα, μια μετα-ανάλυση τριών μελετών διαπίστωσε διπλάσιο κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας συγκρίνοντας την υψηλότερη με τη χαμηλότερη πρόσληψη αναψυκτικών και ζαχαρούχων ποτών. Και σε αυτήν την περίπτωση παρατηρήθηκε ότι υπάρχει σχέση δόσης-απόκρισης, με αύξηση της πρόσληψης κατά μία μερίδα ανά εβδομάδα να συνδέεται με 4% υψηλότερο κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας.

Καρκίνος

Η πρόσληψη αναψυκτικών και ποτών με ζάχαρη μπορεί να αυξήσει και τον κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου μέσω της υπερβολικής παχυσαρκίας και των καρδιομεταβολικών διαταραχών που προκαλεί. Η παχυσαρκία, η αντίσταση στην ινσουλίνη και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι γνωστοί άλλωστε παράγοντες κινδύνου για διάφορους καρκίνους. Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση, η οποία περιέλαβε 27 μελέτες, διαπίστωσε ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψής τους και του καρκίνου του μαστού και του καρκίνου του προστάτη, καθώς και μεταξύ της πρόσληψης χυμών φρούτων και του καρκίνου του προστάτη, όταν συγκρίνονται ακραίες κατηγορίες πρόσληψης (όπως αυτές ορίζονται στις επιμέρους μελέτες). Μια ανάλυση υποομάδων διαπίστωσε επίσης ισχυρότερη συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης και του κινδύνου προεμμηνοπαυσιακού καρκίνου του μαστού, σε σύγκριση με τον κίνδυνο μετεμμηνοπαυσιακού καρκίνου του μαστού. Υπήρχε επίσης μια τάση για θετικές συσχετίσεις μεταξύ της πρόσληψης και των κινδύνων καρκίνου του παχέος εντέρου και του παγκρέατος. Δεν παρατηρήθηκε να αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο της ουροδόχου κύστης ή για νεφροκυτταρικό καρκίνο.

Τα επόμενα χρόνια, υπολογίζεται ότι θα αυξάνεται η παχυσαρκία και οι χρόνιες νόσοι που προκαλεί, οπότε θα πρέπει να γίνουν συντονισμένες προσπάθειες για την πρόληψή της.

Οι ατομικές προσπάθειες θα πρέπει να επικεντρώνονται σε υγιεινότερες διατροφικές επιλογές. Δεδομένης, λοιπόν, της ύπαρξης των ερευνητικών στοιχείων για τις βλαβερές συνέπειες της κατανάλωσης αναψυκτικών και ζαχαρούχων ποτών, ο περιορισμός τους θα αποτελούσε ένα σημαντικό βήμα τόσο για τη διαχείριση του βάρους όσο και για την πρόληψη και καταπολέμηση των επιπτώσεών της.

Διαβάστε επίσης στον ιστότοπό μας: Αναψυκτικά Διαίτης: Αδυνατίζουν ή μήπως Κρύβουν Κινδύνους

Σίδηρος στην εγκυμοσύνη: Τι πρέπει να τρώω;

Η αναιμία είναι η πιο συχνή ανεπάρκεια μικροθρεπτικών συστατικών στον κόσμο.  Πρόκειται μια κατάσταση κατά την οποία το σώμα δεν διαθέτει επαρκείς ποσότητες ερυθρών αιμοσφαιρίων – κύτταρα που είναι απαραίτητα για τη μεταφορά οξυγόνου στο σώμα. Η έλλειψη σιδήρου είναι ο συνηθέστερος λόγος.

Η εγκυμοσύνη ενέχει μεγάλο κίνδυνο έλλειψης σιδήρου γιατί οι απαιτήσεις του οργανισμού αυξάνονται σημαντικά. Απαιτείται μεγάλη ποσότητα για την ανάπτυξη της εμβρυοπλακουντιακής μονάδας και γιατί υπάρχει ανάγκη αύξησης του όγκου αίματος της  εγκύου κατά 30-50%, για να διατηρηθεί η σωστή κυκλοφορία και η παροχή οξυγόνου στα όργανα της ίδιας αλλά και στον πλακούντα.

Ανάλογα με τη σοβαρότητά της, η έλλειψη σιδήρου αποτελεί παράγοντα κινδύνου τόσο για τη μητρική όσο και για την εμβρυϊκή νοσηρότητα και θνησιμότητα. Τότε αυξάνονται οι πιθανότητες πρόωρου τοκετού, υπάρχουν προβλήματα στην ανάπτυξη του πλακούντα, παρατηρείται καθυστέρηση της ανάπτυξης του εμβρύου, το οποίο έχει μικρότερα αποθέματα σιδήρου μετά τη γέννησή του.

Η μητέρα παρουσιάζει κόπωση αδυναμία, γρήγορο καρδιακό παλμό, δύσπνοια, ζαλάδα, χλωμό δέρμα, κρύα χέρια και πόδια και μειωμένες πνευματικές ικανότητες. Διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιαγγειακού στρες, λοίμωξης και μετάγγισης αίματος σε περίπτωση σημαντικής απώλειας κατά τον τοκετό, και μειωμένη παραγωγή γάλακτος στην λοχεία. Παρουσιάζει εξάντληση των μητρικών αποθεμάτων σιδήρου μετά τον τοκετό και έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιλόχειας κατάθλιψης. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η αποτελεσματική αντιμετώπιση της αναιμίας μετά τη διάγνωσή της. Ημερησίως οι έγκυες γυναίκες έχουν ανάγκη 27mg σιδήρου.

Αναλόγως της σοβαρότητας της αναιμίας συστήνονται συμπληρώματα σιδήρου, καθώς και συμπληρώματα βιταμίνης C, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στην απορρόφησή του. Οι συνήθεις παρενέργειες από τη λήψη του, που είναι πόνος στο στομάχι, δυσκοιλιότητα, ναυτία και έμετος, γίνονται συχνά λόγοι που οι γυναίκες δεν συμμορφώνονται με τις οδηγίες του γιατρού.

Ανεξάρτητα από τη λήψη συμπληρωμάτων, μια διατροφή που περιλαμβάνει περισσότερες τροφές πλούσιες σε σίδηρο μπορεί να βοηθήσει σημαντικά. Οι πιο πλούσιες σε σίδηρο τροφές είναι το μοσχαρίσιο, χοιρινό και αρνίσιο κρέας, το συκώτι, τα αβγά, το κοτόπουλο, η γαλοπούλα, τα μύδια, τα στρείδια και οι γαρίδες (αιμικός σίδηρος)

Σίδηρος στην εγκυμοσύνη

 

Μη αιμικό σίδηρο (από μη ζωικές πηγές) περιέχουν αρκετά λαχανικά, φρούτα και ξηροί καρποί. Από τα λαχανικά, μεγαλύτερη ποσότητα σιδήρου έχουν το σπανάκι, τα σέσκουλα, η λαχανίδα, οι ντομάτες, τα μπιζέλια, το μπρόκολο, οι γλυκοπατάτες, τα φασολάκια και οι πικραλίδες (ταραξάκο). Υψηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο έχουν και τα όσπρια (φασόλια, φακές, ρεβίθια). Φρούτα που μπορούν να βελτιώσουν τα επίπεδα του σιδήρου είναι τα δαμάσκηνα, οι φράουλες, τα σύκα, οι σταφίδες, τα ροδάκινα και τα βερίκοκα, ιδιαίτερα τα αποξηραμένα. Ευεργετικοί είναι και οι ξηροί καρποί: κάσιους, φυστίκια, πασατέμπο, σουσάμι, καρύδια. Καλές πηγές είναι επίσης τα εμπλουτισμένα δημητριακά και η μαύρη σοκολάτα.

Ο αιμικός σίδηρος, απορροφάται πολύ πιο εύκολα, συγκριτικά με τον μη αιμικό. Ο οργανισμός μπορεί να απορροφήσει έως και το 30% του αιμικού σιδήρου, σε αντίθεση με τον μη αιμικό που περιορίζεται σε μόνο 2-10%. Παρόλα αυτά οι ειδικοί συστήνουν την ένταξη στο πρόγραμμα διατροφής ποικιλία πηγών σιδήρου.

Για την καλύτερη απορρόφησή του, οι παραπάνω τροφές θα πρέπει  συνδυάζονται  με πηγές βιταμίνης C. Πλούσια σε αυτή τη βιταμίνη είναι τα εσπεριδοειδή, οι φράουλες, τα ακτινίδια, το πεπόνι, το ροδάκινο, τα εξωτικά φρούτα: ανανάς, παπάγια και μάνγκο, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, οι ντομάτες και οι πιπεριές, ο μαϊντανός, το κατσαρό λάχανο, το μπρόκολο και το κουνουπίδι, καθώς και τα λαχανάκια Βρυξελλών.

Υπάρχουν, όμως, και τροφές που εμποδίζουν την απορρόφηση του σιδήρου. Τέτοιες είναι το τσάι και καφές και γενικά οι τροφές που περιέχουν τανίνες. Η κατανάλωση τσαγιού και καφέ (συμπεριλαμβανομένου του ντεκαφεϊνέ) μπορεί να σταματήσει την απορρόφηση του σιδήρου, ειδικά όταν λαμβάνονται μαζί με το γεύμα. Θα πρέπει να αποφεύγεται επίσης και η ταυτόχρονη βρώση γαλακτοκομικών προϊόντων και όσες τροφές περιέχουν μεγάλες ποσότητες ασβεστίου.

Η κατάρτιση ενός ειδικού διαιτολογίου που θα περιέχει τις σωστές ποσότητες σιδήρου, με τους κατάλληλους συνδυασμούς τροφίμων για την μέγιστη απορρόφηση του ιχνοστοιχείου μπορεί να προφυλάξει από την εμφάνιση αναιμίας ή να την καταπολεμήσει κατά την εγκυμοσύνη και μετά τον τοκετό.