Η χρόνια, ήπια φλεγμονή μπορεί να συμβάλλει στην εμφάνιση διαφόρων παθήσεων, όπως καρδιαγγειακές, διαβήτης και καρκίνος. Η διατροφή έχει διαπιστωθεί ότι παίζει ρόλο στη δημιουργία της, αλλά και στην πορεία πολλών εξ αυτών των παθήσεων. Τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι η διατροφή μπορεί να βοηθήσει και τους ανθρώπους που πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα και γι’ αυτό οι γιατροί θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους ασθενείς να αλλάξουν τις διατροφικές τους συνήθειες για να μετριάσουν τα συμπτώματα ακόμα και προτού δημιουργηθεί η ανάγκη για φαρμακευτική αγωγή, αλλά και παράλληλα με αυτήν.
Από το χρόνιο αυτό φλεγμονώδες αυτοάνοσο νόσημα, πάσχει μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού. Υπολογίζεται ότι αγγίζει το 1%. Οι ασθενείς εμφανίζουν συνηθέστερα πόνο και οίδημα στις αρθρώσεις, ερυθρότητα, δυσκολία στην κίνησή τους και τελικά μόνιμη βλάβη. Η κληρονομικότητα είναι μια από τις κύριες αιτίες, αλλά όχι η μοναδική που ευθύνεται για την εμφάνισή της. Υπάρχουν και περιβαλλοντικοί παράγοντες που έχουν ενοχοποιηθεί, όπως το κάπνισμα. Η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων γίνεται με την χορήγηση φαρμάκων, με την πιθανότητα παρενεργειών να είναι έντονα υπαρκτή.
Οι επιστήμονες δεκαετίες τώρα ερευνούν ποιες αλλαγές θα μπορούσαν να κάνουν όσοι έχουν προδιαθεσιακούς παράγοντες ή όσοι ήδη την έχουν εμφανίσει προκειμένου να καθυστερήσουν την εξέλιξή της. Έχουν καταλήξει ότι η διατροφή αποτελεί το κλειδί για την ύφεση των συμπτωμάτων με ποικίλους τρόπους.
Η επιστημονική έρευνα έχει βρει επίσης ότι το υπερβολικό σωματικό βάρος και οι δίαιτες που περιλαμβάνουν ζωικά προϊόντα τείνουν να δυσχεραίνουν τις προσπάθειες διαχείρισης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και να επιδεινώνουν τα συμπτώματα. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τις πλούσιες σε λαχανικά, φρούτα και φυτικές ίνες δίαιτες, αφενός γιατί αυτές σχετίζονται με χαμηλότερο Δείκτη Μάζας Σώματος και αφετέρου έχουν γιατί έχουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.
Έχει επιβεβαιωθεί από πολλούς ερευνητές ότι όσοι έχουν πολύ μεγαλύτερο του φυσιολογικού σωματικό βάρος έχουν και μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης του αυτοάνοσου νοσήματος. Το αυξημένο λίπος στο εσωτερικό των κυττάρων σχετίζεται με αύξηση της φλεγμονής, και παράλληλα το υπερβολικό σωματικό βάρος επιδεινώνει περαιτέρω τη φλεγμονή.
Έχοντας αυτά τα στοιχεία, οι ειδικοί πιστεύουν ότι η απώλεια βάρους είναι μια αποτελεσματική θεραπεία για τη συγκεκριμένη κατηγορία ασθενών, δεδομένου ότι στατιστικά όσοι έχουν φυσιολογικό βάρος διαχειρίζονται τα συμπτώματά τους καλύτερα από τους υπέρβαρους και τους παχύσαρκους ασθενείς.
Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο American Journal of Lifestyle Medicine έδειξε ότι η χορτοφαγική δίαιτα χαμηλών λιπαρών, χωρίς θερμιδικούς περιορισμούς, βελτιώνει τον πόνο στις αρθρώσεις σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Οι ερευνητές συμπεριέλαβαν στη μελέτη 44 γυναίκες, ως επί το πλείστον λευκές και με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Οι συμμετέχουσες, που είχαν διαγνωστεί προηγουμένως με ρευματοειδή αρθρίτιδα, χωρίστηκαν τυχαία σε 2 ομάδες. Ακολούθησαν μια χορτοφαγική δίαιτα για 4 εβδομάδες, κατόπιν αφαίρεσαν επιπλέον τροφές για τρεις εβδομάδες που στη συνέχεια επανεισήγαγαν σταδιακά σε διάστημα εννέα εβδομάδων.
Οι τροφές αυτές είναι γνωστές για την αρνητική συμβολή τους στη ρευματοειδή αρθρίτιδα (δημητριακά με γλουτένη, πατάτες, γλυκοπατάτες, σοκολάτα, εσπεριδοειδή, ξηροί καρποί, κρεμμύδια, ντομάτες, μήλα, μπανάνες, καφές, αλκοόλ και ζάχαρη).
Κάθε τροφή που φαινόταν να προκαλεί πόνο ή άλλα συμπτώματα ρευματοειδούς αρθρίτιδας όταν προστέθηκε ξανά στη διατροφή, εξαιρέθηκε οριστικά για το υπόλοιπο της περιόδου των 16 εβδομάδων. Η επιμέλεια των γευμάτων ήταν αποκλειστική ευθύνη των συμμετεχόντων στη μελέτη, υπό την καθοδήγηση των ερευνητών.
Η δεύτερη ομάδα δεν άλλαξε καθόλου τη διατροφή της, αλλά λάμβανε καθημερινά μια κάψουλα placebo που περιείχε ασήμαντες δόσεις ωμέγα-3 λιπαρών οξέων και βιταμίνης Ε. Στη συνέχεια, οι ομάδες άλλαξαν διατροφή για 16 εβδομάδες, μετά από ένα διάλλειμα ενός μήνα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η χορτοφαγική προσέγγιση φάνηκε να βοηθά στη μείωση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη ανέφεραν βελτίωση όσο την ακολουθούσαν, και καμία βελτίωση όσο λάμβαναν το εικονικό φάρμακο.
Εκτός από τη μείωση του πόνου και του οιδήματος, το σωματικό βάρος μειώθηκε κατά περίπου 14 κιλά κατά μέσο όρο όταν ακολουθούσαν τη χορτοφαγική διατροφή, σε σύγκριση με αύξηση περίπου 2 κιλών κατά τη δίαιτα με το placebo.
Επίσης, οι ερευνητές δήλωσαν ότι οι “επιπτώσεις” της χορτοφαγικής διατροφής ήταν όλες θετικές αφού σε αυτές περιλαμβάνονταν μειώσεις της ολικής, της LDL και της HDL χοληστερόλης.
Πράγματι, λοιπόν, οι χορτοφαγικές δίαιτες προσφέρουν σημαντικό όφελος λόγω των αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων τους αλλά και της απώλειας κιλών που επιφέρουν. Η εξαίρεση των τροφών που δίνουν στον οργανισμό υψηλές ποσότητες νατρίου, κορεσμένων και τρανς λιπαρών εξευγενισμένων υδατανθράκων και ζάχαρης μπορούν να ανακουφίσουν από τα συμπτώματα μέσα σε λίγες ημέρες. Ωστόσο, πρέπει να γίνονται οι σωστές διατροφικές επιλογές και εξαιρέσεις αναλόγως της σοβαρότητας των συμπτωμάτων.
Ένα πλάνο διατροφής δεν ταιριάζει σε όλους!
Και φυσικά οι αλλαγές στη διατροφή δεν χρειάζεται να είναι απότομες. Η σταδιακή προσαρμογή δίνει χρόνο στους ασθενείς να προσαρμοστούν ψυχολογικά και οργανικά.